Οι ήπιες μορφές ενέργειας (ή ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), ή νέες πηγές ενέργειας, ή πράσινη ενέργεια) είναι μορφές εκμεταλλεύσιμης ενέργειας που προέρχονται από διάφορες φυσικές διαδικασίες, όπως ο άνεμος, η γεωθερμία, η κυκλοφορία του νερού
και άλλες. Ο όρος «ήπιες» αναφέρεται σε δυο βασικά χαρακτηριστικά τους.
Καταρχάς, για την εκμετάλλευσή τους δεν απαιτείται κάποια ενεργητική
παρέμβαση, όπως εξόρυξη, άντληση ή καύση, όπως με τις μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενες πηγές ενέργειας, αλλά απλώς η εκμετάλλευση της ήδη υπάρχουσας ροής ενέργειας στη φύση. Δεύτερον, πρόκειται για «καθαρές» μορφές ενέργειας, πολύ «φιλικές» στο περιβάλλον, που δεν αποδεσμεύουν υδρογονάνθρακες, διοξείδιο του άνθρακα ή τοξικά και ραδιενεργά απόβλητα,
όπως οι υπόλοιπες πηγές ενέργειας που χρησιμοποιούνται σε μεγάλη
κλίμακα. Έτσι οι ΑΠΕ θεωρούνται από πολλούς μία αφετηρία για την επίλυση
των οικολογικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Γη.
Ως «ανανεώσιμες πηγές» θεωρούνται γενικά οι εναλλακτικές των
παραδοσιακών πηγών ενέργειας (π.χ. του πετρελαίου ή του άνθρακα), όπως η
ηλιακή και η αιολική. Ο χαρακτηρισμός «ανανεώσιμες» είναι κάπως
καταχρηστικός, μιας και ορισμένες από αυτές τις πηγές, όπως η γεωθερμική ενέργεια
δεν ανανεώνονται σε κλίμακα χιλετιών. Σε κάθε περίπτωση οι ΑΠΕ έχουν
μελετηθεί ως λύση στο πρόβλημα της αναμενόμενης εξάντλησης των (μη
ανανεώσιμων) αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων. Τελευταία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και από πολλά μεμονωμένα κράτη,
υιοθετούνται νέες πολιτικές για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,
που προάγουν τέτοιες εσωτερικές πολιτικές και για τα κράτη μέλη. Οι ΑΠΕ
αποτελούν τη βάση του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης της πράσινης οικονομίας και κεντρικό σημείο εστίασης της σχολής των οικολογικών οικονομικών, η οποία έχει κάποια επιρροή στο οικολογικό κίνημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου